Έκδοση 1.2 – Οκτώβριος 2022
Στο παρόν άρθρο θα μιλήσουμε για την αντιδιουρητική ορμόνη (ADH). Η αντιδιουρητική ορμόνη παράγεται στον υποθάλαμο και αποθηκεύεται στην οπίσθια υπόφυση από όπου και απελευθερώνεται. Η έκκρισή της πυροδοτείται από την αγγειοτενσίνη 2, μία ορμόνη του συστήματος Ρενίνης-Αγγειοτενσίνης-Αλδοστερόνης. Ο ρόλος της αντιδιουρητικής ορμόνης είναι πάρα πολύ σημαντικός για τη διατήρηση του ισοζυγίου υγρών και ηλεκτρολυτών στο σώμα μας.
Για όσους δε γνωρίζουν οι ορμόνες είναι χημικές ουσίες που παράγονται στο σώμα μας και ρυθμίζουν τη δραστηριότητα συγκεκριμένων κυττάρων και ιστών. Η έλλειψη ή η υπερέκκριση ορισμένων ορμονών χαρακτηρίζει ένα μεγάλο αριθμό συνδρόμων.
Ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα μας τώρα και στην αντιδιουρητική ορμόνη. Ποιος είναι λοιπόν ο ρόλος της και γιατί την καθιστά τόσο σημαντική;
Ρόλος
Η ορμόνη αυτή είναι συμβάλλει τα μέγιστα στη διατήρηση της ωσμωτικής ισορροπίας και τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Δρα στα νεφρικά σωληνάρια και προκαλεί την αύξηση της επαναρρόφησης ύδατος.
Επιπροσθέτως η αντιδιουρητική ορμόνη επιτελεί αρκετές ακόμα λειτουργείες.
1.Διεγείρει τη γλυκογονόλυση στο ήπαρ (συκώτι). Η περίσσεια της γλυκόζης που προσλαμβάνεται με την τροφή αποθηκεύεται στο ήπαρ με τη μορφή γλυκογόνου. Η γλυκογονόλυση έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση της αποθηκευμένης γλυκόζης στην κυκλοφορία όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα κύτταρα.
2.Αυξάνει την έκκριση της φλοιοεπινεφριδιοτρόπου ορμόνης από την πρόσθια υπόφυση. Το γεγονός αυτό οδηγεί στην αυξημένη παραγωγή κορτιζόλης.
3.Αυξάνει τη συγκέντρωση του παράγοντα VIII στο πλάσμα, ο οποίος είναι απαραίτητος για την πήξη του αίματος.
Πάμε τώρα να δούμε τι συμβαίνει όταν υπάρχει έλλειψη ή υπερέκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης.
Έλλειψη ή απουσία δράσης της αντιδιουρητικής ορμόνης:
Έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη του αποίου διαβήτη, ο οποίος χαρακτηρίζεται από πολυουρία και πολυδιψία. Να τονιστεί ότι ο άποιος διαβήτης δεν έχει καμία σχέση με το σακχαρώδη διαβήτη τύπου ένα και τύπου δύο. Διακρίνεται σε κεντρικό όταν υπάρχει αδυναμία έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης και σε νεφρογενή όταν τα νεφρικά σωληνάρια δεν ανταποκρίνονται στην αντιδιουρητική ορμόνη. Και στις δύο περιπτώσεις παρατηρείται υπέρμετρη απώλεια νερού, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αφυδάτωση και υπερνατριαιμία.
Θα ήθελα να αναφέρω ότι σε σπάνιες περιπτώσεις ο άποιος διαβήτης εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, συνήθως κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου. Οφείλεται στην παραγωγή ενός ενζύμου από τον πλακούντα το οποίο μεταβολίζει την αντιδιουρητική ορμόνη. Τα συμπτώματα υποχωρούν αυτόματα συνήθως 4-6 εβδομάδες μετά τη γέννηση του παιδιού.
Υπερέκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης
Όπως μπορείτε να φανταστείτε υπερέκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης προκαλεί παθολογική κατακράτηση ύδατος ( σύνδρομο απρόσφορης αντιδιούρησης- SIADH). Το σύνδρομο αυτό κάνει την εμφάνισή του πολύ συχνά στην κλινική πράξη και μπορεί να προκληθεί από παθολογικές καταστάσεις όπως οι λοιμώξεις και οι κακοήθειες. Ένα πλήθος καρκίνων μπορεί να οδηγήσει σε σύνδρομο απρόσφορης αντιδιούρησης, όπως για παράδειγμα ο καρκίνος του πνεύμονα και διάφορα λεμφώματα. Η κατακράτηση είναι πιθανό να οδηγήσει σε διαταραχή των ηλεκτρολυτών με χαρακτηριστικό παράδειγμα την υπονατριαιμία.
Υγεία στο σπίτι – Τα πάντα για την υγεία σας
Πηγές:
2. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK526069/
3. https://www.healthline.com/health/adh#what-is-adh
4. Gaw, Allan (2008) Clinical biochemistry, An Illustrated Colour Text, Elsevier Limited
5. http://www.medisyn.eu/examinations/592
6. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4626653/